Υπερπληθωρισμός: Η Ζιμπάμπουε, το ΔΝΤ και η εκτύπωση χρήματος
Σε απάντηση, το ΔΝΤ αρνήθηκε να κάνει οποιαδήποτε παραχώρηση (όπως η αναχρηματοδότηση ή διαγραφή του δάνειου) προκειμένου να τιμωρήσει την κυβέρνηση για τις πολιτικές που ακολούθησε, με πιο σημαντική τα μέτρα που εφάρμοσε για τη μεταρρύθμιση του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της γης. Με μειωμένη την παραγωγή τροφίμων λόγω των αγροτικής μεταρρυθμιστικής πολιτικής, η κυβέρνηση έπρεπε να εισάγει τρόφιμα από το εξωτερικό για να αποτρέψει μια κατάσταση μαζικής λιμοκτονίας.
Όμως, λόγω της αθέτησης του δανείου προς το ΔΝΤ, η πιστοληπτική ικανότητα της Ζιμπάμπουε ήταν ουσιαστικά κατεστραμμένη, γεγονός που έκανε αδύνατη την εύρεση εναλλακτικού δανείου από άλλη πηγή. Ως αποτέλεσμα, η κυβέρνηση της Ζιμπάμπουε άρχισε να εκδίδει το δικό της νόμισμα και να το χρησιμοποιεί για να αγοράσει δολάρια ΗΠΑ στην αγορά συναλλάγματος. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να καλύψει το αυξανόμενο έλλειμμα μεταξύ των δαπανών και των εσόδων μέσω της δημιουργίας χρήματος αύξησε την αγοραστική δύναμη στην οικονομία, ενώ ταυτόχρονα η πτώση της παραγωγής στον τομέα της γεωργίας και της μεταποίησης περιόρισε την ποσότητα των προϊόντων που υπήρχαν διαθέσιμα προς αγορά.
Το αποτέλεσμα ήταν η κλασική περίπτωση του «πάρα πολλά χρήματα κυνηγούν πολύ λίγα αγαθά». Ακολούθησε περίοδος υψηλού πληθωρισμού, με ετήσιους ρυθμούς πάνω από 100% από το 2001. Μέχρι το 2003 η αξία του δολαρίου της Ζιμπάμπουε είχε συρρικνωθεί σε τέτοιο βαθμό που κόστιζε στη κυβέρνηση περισσότερο η έκδοση των χαρτονομισμάτων και των κερμάτων από την ονομαστική αξία που αυτά είχαν. Υπό το πρίσμα αυτό, η κυβέρνηση άρχισε να εκδίδει επιταγές στο κομιστή σε πολύ υψηλές ονομαστικές τιμές.
Μετά την αθέτηση του δανείου προς τυ ΔΝΤ, η κατάσταση στη Ζιμπάμπουε επιδεινώθηκε ταχύτατα, με κάθε νέο πολιτικό μέτρο από το κόμμα του ZANU-PF να έχει αποκλειστικό στόχο την παραμονή του στην εξουσία. Το ΖΑΝU-PF πέτυχε το στόχο αυτό παραγκωνίζοντας κάθε αντιπολιτευτική κίνηση από την μία αλλά και με την ιδιοποίηση των πόρων της χώρας, μέσω της κατάσχεσης και της ανακατανομής των ιδιωτικών περιουσιακών στοιχείων. Η στρατηγική αυτή περιελάμβανε τη δολοφονία εκπροσώπων της αντιπολίτευσης αλλά και πολλών λευκών αγροτών, προκειμένου να κατασχεθεί η γη τους.
Ο εκφοβισμός όχι μόνο της αντιπολίτευσης και της δικαστικής εξουσίας, αλλά και του συνόλου του πληθυσμού έγινε ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας [του ZANU-PF]. Για παράδειγμα, το 2004 οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανέφεραν ότι περίπου το 90 τοις εκατό μελών της αντιπολίτευσης είχαν πέσει θύματα εγκλημάτων βίας, 24 τοις εκατό είχαν υποβληθεί σε δυνητικά θανατηφόρες επιθέσεις και 42 τοις εκατό είχαν βασανιστεί.
Μέχρι το 2005, οι οικονομικές συνθήκες είχαν γίνει ιδιαίτερα δυσμενής. Περισσότερο από το 80 τοις εκατό του πληθυσμού της Ζιμπάμπουε ήταν επισήμως άνεργοι. Η παραοικονομία, η οποία αντιπροσώπευε λιγότερο από το 10% του συνόλου της οικονομίας το 1980, ήταν από το 2005 η κύρια πηγή εισοδήματος για την πλειονότητα των πολιτών της Ζιμπάμπουε: πάνω από 3 εκατομμύρια άνθρωποι εργάστηκαν στη μαύρη οικονομία σε σύγκριση με μόνο 1,3 εκατομμύρια στον επίσημο τομέα (Tibaijuka, 2005).
Με την οικονομική κατάσταση να επιδεινώνεται ραγδαία, η κυβέρνηση κατέφυγε σε ακραία μέτρα τόσο για να στηρίξει τη θέση της όσο και για να θέσει την οικονομία υπό έλεγχο. Για παράδειγμα, το 2005 η κυβέρνηση εφάρμοσε νόμο ο οποίος απαιτούσε από τους εξαγωγείς να πωλούν έως και 30 τοις εκατό των κερδών τους σε συνάλλαγμα στην Κεντρική Τράπεζα της Ζιμπάμπουε σε μία τεχνητά χαμηλή ισοτιμία. Αυτό άμεσα πρόσθεσε ένα τεράστιο κόστος στον τομέα της μεταποίησης, η κατάσταση του οποίου επιδεινώθηκε όταν το δολάριο της Ζιμπάμπουε ενισχύθηκε λόγω της εξωτερικής βοήθειας (καθώς η τιμή των εξαγωγών σε όρους άλλων νομισμάτων, αυξήθηκε, ενώ η τιμή των εισαγωγών μειώθηκε). Έτσι με το κόστος επίσης να αυξάνεται ραγδαία (ιδιαίτερα των επιτοκίων), οι τοπικοί παραγωγοί αγωνίζονταν να επιβιώσουν (Coltart, 2008).
Η πίεση στην οικονομία εντάθηκε από την προσπάθεια της κυβέρνησης να θέσει υπό έλεγχο τον πληθωρισμό. Ωστόσο, ο πληθωρισμός συνέχισε να αυξάνεται, με τις αυξήσεις των τιμών να αγγίζουν το 50% μηνιαίως -το αναγκαίο επίπεδο για να χαρακτηριστεί ως υπερπληθωρισμός- από τα μέσα έως τα τέλη του 2007 (McIndoe, 2009). Η κυβέρνηση συνέχισε να προσπαθεί να περιορίσει τον πληθωρισμό. Το 2007 μεταξύ άλλων προσπάθησε να συγκρατήσει τον πληθωρισμό μέσω του μηχανισμού άμεσου ελέγχου των τιμών αλλά με μικρή επιτυχία. Οι τιμές συνέχισαν να αυξάνονται, και κάθε οικονομικός δείκτης γινότανε αισθητά χειρότερος.
Για να συμβάλει στην κάλυψη του ελλείμματος από την συρρίκνωση του εισοδήματος της κυβέρνησης της Ζιμπάμπουε, η Κεντρική Τράπεζα της Ζιμπάμπουε αύξησε την ποσότητα του κυκλοφορούντος νομίσματος σε ανησυχητικό ρυθμό μετά το 2003, και οδήγησε στην εισαγωγή του δεύτερου δολαρίου Ζιμπάμπουε το 2006, με ισοτιμία στα 1000 παλιά δολάρια Ζιμπάμπουε και υποτιμήθηκε 60% έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ. Ακολούθησε μια περαιτέρω υποτίμηση της τάξης του 92% το 2007. Το τρίτο δολάριο Ζιμπάμπουε εισήχθη το 2008 με ισοτιμία 10 δισεκατομμύρια φορές ως προς το δεύτερο δολάριο Ζιμπάμπουε (Noko, 2011).
Μέχρι το Νοέμβριο του 2008, ο ρυθμός πληθωρισμού στη Ζιμπάμπουε είχε κορυφωθεί σε 79.6 δισεκατομμύρια τοις εκατό ανά μήνα (Hanke & Kwok, 2009). Στην δημιουργία της πληθωριστικής κορύφωσης, οι τιμές αναπροσαρμόζονταν προς τα πάνω με ολοένα και ταχύτερους ρυθμούς, σε ημερήσια βάση, ωριαία βάση ή ακόμα και μέσα σε συντομότερες χρονικές περιόδους. Οι τιμές των εμπορευμάτων σε δολάρια Ζιμπάμπουε αναπροσαρμόζονταν έναντι των ισοτιμιών των ξένων νομισμάτων, τα οποία ανταλλάσονταν στην μαύρη αγορά συναλλάγματος στους δρόμους, τα καταστήματα και τις αυλές όπου οι «άνθρωποι προσπαθούσαν να απαλλαγούν από τα δολάρια Ζιμπάμπουε που κατήχαν» αμέσως μόλις τα αποκτούσαν (The Economist, 2008).
Με την αξία του δολαρίου της Ζιμπάμπουε να μειώνεται έναντι των άλλων νομισμάτων με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό, η «δολαριοποίηση»- η χρήση δολαρίων ΗΠΑ αντί του τοπικού νομίσματος – έγινε ευρέως διαδεδομένη εφόσον «οι άνθρωποι απλά αρνούνταν να χρησιμοποιήσουν το δολάριο της Ζιμπάμπουε» ( Hanke & Kwok, 2009, σελ. 354). Μέχρι το Φεβρουάριο του 2009, οι αρχές αναγνώρισαν επίσημα την διάλυση του δολαρίου της Ζιμπάμπουε, και υιοθετήθηκε ένα «πολυνομισματικό σύστημα». Η απόφαση αυτή έθεσε τέλος στην περίοδο των δέκα χρόνων υψηλού πληθωρισμού και των δύο χρόνων υπερπληθωρισμού. Ως αποτέλεσμα, το επίπεδο των τιμών (σε δολάρια ΗΠΑ) σταθεροποιήθηκε, και η οικονομία άρχισε να ανακάμπτει. Οι τραπεζικοί λογαριασμοί σε δολάρια Ζιμπάμπουε ανεστάλησαν με την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία του Z $ 35 τετράκις εκατομμύρια σε US $ 1 (ΔΝΤ, 2010).
Στο τέλος, η ζημία που υπέστη η οικονομία της Ζιμπάμπουε ήταν συγκλονιστική. Από το 2000 έως 2008, η παραγωγή συρρικνώθηκε κατά 40 τοις εκατό, ενώ ο κρατικός προϋπολογισμός εσόδων έπεσε από πάνω από 28 τοις εκατό του ΑΕΠ (το 1998) σε λιγότερο από το 5 τοις εκατό (το 2008). Η πραγματικότητα αυτή είχε ως αποτέλεσμα την:
«σχεδόν ολική κατάρρευση των δημόσιων υπηρεσιών. Μέχρι το τέλος του 2008, τα περισσότερα σχολεία και πολλά νοσοκομεία είχαν κλείσει, τα δίκτυα μεταφορών και της ηλεκτρικής ενέργειας βρίσκονταν σε σοβαρό κίνδυνο, και η μετάδοση επιδημίας χολέρας μέσω του νερού είχε στοιχίσει πάνω από 4.000 ζωές. » (ΔΝΤ, 2010, σ. 51)
Εν κατακλείδι, ήταν ο αγώνας για τη διατήρηση της πολιτικής εξουσίας που οδήγησαν το καθεστώς Μουγκάμπε να εφαρμόσει πολιτικές που προκάλεσαν σημαντική πτώση της παραγωγικής ικανότητας μια ευημερούσας και αναπτυσσόμενης οικονομίας. Αυτή η πτώση της παραγωγής, και η συνακόλουθη πτώση των φορολογικών εσόδων (σε συνδυασμό με κάποιες ακριβές στρατιωτικές επιχειρήσεις) συμπίεσαν περαιτέρω τα κρατικά έσοδα. Η απαλλοτρίωση των γεωργικών εκτάσεων, προκειμένου το καθεστώς να κατευνάσει τους πολιτικούς του συμμάχους οδήγησε στην καταστροφή του γεωργικού τομέα της Ζιμπάμπουε, με τις επακόλουθες αρνητικές αλυσιδωτές επιπτώσεις σε άλλους τομείς της οικονομίας. Κατά συνέπεια, τα φορολογικά έσοδα μειώθηκαν δραματικά και με αυξημένες τις κυβερνητικές δαπάνες (και πάλι με στόχο να κατευνάσει τους πολιτικούς του συμμάχους), μέσω του ελέγχου της Κεντρικής Τράπεζας της Ζιμπάμπουε (και επομένως μέσω του πολιτικού ελέγχου της δημιουργίας χρήματος) αναγκάστηκε να στραφεί προς την εκτύπωση χρήματος για να καλύψει το κενό.
Έτσι, ενώ η εκτύπωση χρήματος οδήγησε σε υπερπληθωρισμό, δεν είναι ορθή η υπόθεση ότι η εκτύπωση χρήματος οδηγεί πάντα σε ψηλό πληθωρισμό ή Υπερπληθωρισμό. Μάλλον, ήταν η εκτύπωση χρήματος για τη χρηματοδότηση των δαπανών, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πληθωριστικές επιπτώσεις και η προηγούμενη κατάρρευση της παραγωγικής ικανότητας της οικονομίας, η οποία ώθησε τη Ζιμπάμπουε σε υπερπληθωρισμό. Εάν είχε η κεντρική τράπεζα της Ζιμπάμπουε την ανεξαρτησία της από τους πολιτικούς και είχε επικεντρωθεί στη σταθερότητα των τιμών και όχι στη διευκόλυνση των κρατικών δαπανών (με πιο προσεκτικό έλεγχο επί της δημιουργίας χρήματος), ο υπερπληθωρισμός θα ήταν αδύνατος.
Πηγή:
Η δημοσίευση είναι μετάφραση από το άρθρο με τίτλο: «Hyperinflation: How the Wrong Lessons were Learned from Weimar and Zimbabwe (A History of QE for people Part 2 of 8)», από τον Frank Van Lerven και δημοσιεύτηκε στο positivemoney.org στις 4 Δεκεμβρίου 2015. Οι πηγές αναφοράς του αυθεντικού κειμένου υπάρχουν στο τέλος του αρχικού άρθρου. Θα παρατεθούν επίσης στο τέλος του δεύτερου άρθρου της μετάφρασης.
Σχετικά (ενδεικτικά):
- Η δημιουργία χρήματος από το κράτος οδηγεί πάντα σε υπερπληθωρισμό; / Μέρος 1-α (δημοσίευση 25 Ιανουαρίου 2016)
- Η περίπτωση της Βρετανίας : H Δημιουργία Χρήματος από το Κράτος / Μέρος 1-β (δημοσίευση 26 Ιανουαρίου 2016)
- Υπερπληθωρισμός: Τα λάθος διδάγματα από Βαϊμάρη και Ζιμπάμπουε / Μέρος 2-α (δημοσίευση 10 Φεβρουαρίου 2016)
- Υπερπληθωρισμός: Η περίπτωση της Ζιμπάμπουε και οι λόγοι της οικονομικής κατάρρευσης / Μέρος 2-β (δημοσίευση 11 Φεβρουαρίου 2016)
- Υπερπληθωρισμός: Η περίπτωση της Βαϊμάρης και η έκδοση χρήματος από ιδιώτες / Μέρος 2-δ (δημοσίευση 15 Φεβρουαρίου 2016)
- Κρατική Δημιουργία Χρήματος. Ακόμα και οι Αρχαίοι το Έκαναν / Μέρος 3-α (δημοσίευση 17 Φεβρουαρίου 2016)
- Η Κρατική Δημιουργία Χρήματος στην Αρχαία Κίνα / Μέρος 3-β (δημοσίευση 19 Φεβρουαρίου 2016)
- Χρήμα για τους Πολίτες από Εκεί που Δεν θα το Περιμέναμε / Μέρος 4-α (δημοσίευση 25 Φεβρουαρίου 2016)
- Η Κρατική Δημιουργία Χρήματος στο Νησί του Γκέρνσεϊ / Μέρος 4-β (δημοσίευση 1 Μαρτίου 2016)
- Μια παλιά Ιαπωνική συνταγή για την αντιμετώπιση της οικονομικής ύφεσης / Μέρος 5 (δημοσίευση 3 Μαρτίου 2016)
- Η δημιουργία χρήματος από το Γερμανικό κράτος μετά τη Βαϊμάρη / Μέρος 6 (δημοσίευση 11 Μαρτίου 2016)
- Αυτό το έργο το έχουμε ξαναδεί: Η δημιουργία χρήματος ως οικονομικό εργαλείο στις ΗΠΑ / Μέρος 7 (δημοσίευση 18 Μαρτίου 2016)